7+1 άγρια ζώα της ελληνικής φύσης, που.. ίσως να μην δεις ποτέ..
- Christos Touloumis
- 9 Ιουλ 2024
- διαβάστηκε 6 λεπτά
Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra)

Διαθέτει εντυπωσιακές ικανότητες προσαρμογής και επιβίωσης. Είναι εξαιρετικός αναρριχητής και χρησιμοποιεί τις απόκρημνες βραχώδεις περιοχές για να αποφύγει θηρευτές.
Χρησιμοποιεί χημικά σήματα για να σημαδεύει την περιοχή του και έχει εξαιρετική όραση και ακοή, που του επιτρέπουν να εντοπίζει κινδύνους και τροφή από μακριά.
Το τρίχωμά του αλλάζει ανάλογα με την εποχή, προσφέροντας προστασία από τις θερμοκρασιακές μεταβολές.
Κατά την αναπαραγωγή, τα αρσενικά συμμετέχουν σε εντυπωσιακές επιδείξεις δύναμης για την επικράτηση, αποκαλύπτοντας τη σύνθετη κοινωνική τους δομή.
Ζει κυρίως σε ορεινές περιοχές όπως η Πίνδος, τα Άγραφα, ο Όλυμπος και η Ροδόπη, προτιμώντας βραχώδη εδάφη με πλούσια βλάστηση.
Είναι φυτοφάγο, τρέφεται κυρίως με ποώδη φυτά, φύλλα και βλαστούς θάμνων, ενώ το χειμώνα καταναλώνει ξηρή βλάστηση.
Η κοινωνική του δομή περιλαμβάνει μικρές ομάδες, συνήθως με θηλυκά και μικρά, ενώ τα αρσενικά είναι συνήθως μόνα ή σε μικρές ομάδες εκτός αναπαραγωγικής περιόδου.
Βίδρα (Lutra lutra)

Χρησιμοποιούν περίπλοκα δίκτυα λαγουμιών και καταφυγίων κοντά σε υδάτινα σώματα για να κρύβονται και να αναπαύονται, τα οποία συχνά δεν είναι εύκολα εντοπίσιμα.
Είναι εξαιρετικοί κολυμβητές και μπορούν να κρατούν την αναπνοή τους κάτω από το νερό για έως και 4 λεπτά, γεγονός που τους επιτρέπει να κυνηγούν υποβρυχίως και να μετακινούνται με ευκολία.
Είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στη ρύπανση των υδάτων και στις αλλαγές του βιότοπου, πράγμα που τις καθιστά δείκτη για την υγεία των υδάτινων οικοσυστημάτων.
Παρόλο που τρέφονται κυρίως με ψάρια, μπορούν επίσης να καταναλώνουν μικρά θηλαστικά, αμφίβια και έντομα, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα της τροφής.
Συχνά ζουν σε ποτάμια της Πίνδου, του Ολύμπου και άλλων ορεινών περιοχών.
Συναντώνται επίσης σε λίμνες και έλη, όπου τα καθαρά και υγιή οικοσυστήματα προσφέρουν κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης.
Ειδικές προστατευόμενες περιοχές όπως το Δέλτα του Έβρου, τα υγροτόπια της Κερκίνης και άλλες περιοχές NATURA 2000 παρέχουν ασφαλή καταφύγια για τις βίδρες.
Σαλαμάνδρα (Salamandra salamandra)

Χρησιμοποιεί φυσικά καταφύγια, όπως υγρά λαγούμια και πέτρες, για να προστατεύεται από την ξηρασία και τους θηρευτές. Αυτά τα καταφύγια συχνά δεν είναι εύκολα εντοπίσιμα.
Είναι κυρίως νυχτόβια και εξαιρετικά δύσκολη να παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, αφού δραστηριοποιείται κυρίως τη νύχτα όταν αναζητά τροφή.
Μπορεί να επιβιώσει σε πολύ υγρές συνθήκες και έχει αναπτύξει ειδικές προσαρμογές για να επιβιώνει σε περιβάλλοντα με υψηλή υγρασία, όπως δάση και υγρά λιβάδια.
Η παρουσία ή η απουσία της σαλαμάνδρας μπορεί να χρησιμεύσει ως δείκτης της υγείας του οικοσυστήματος, καθώς είναι ευαίσθητη στις αλλαγές της ποιότητας του περιβάλλοντος, όπως η ρύπανση του νερού και η απώλεια βιότοπων.
Τα χρώματα και τα σχέδια της σαλαμάνδρας ποικίλλουν, αλλά όλα τους περιλαμβάνουν φωτεινές κηλίδες ή λωρίδες σε ένα βασικό σκοτεινό φόντο. Αυτή η διαφοροποίηση βοηθά στην αναγνώριση και αποφυγή των θηρευτών.
Η αναπαραγωγή της σαλαμάνδρας συμβαίνει σε υδάτινα σώματα, όπου τα αυγά της εκκολάπτονται σε προνύμφες που στη συνέχεια μεταμορφώνονται σε ενήλικες σαλαμάνδρες. Οι υγρές συνθήκες είναι κρίσιμες για την επιτυχία της αναπαραγωγής.
Χρυσαετός (Aquila chrysaetos)

Κατασκευάζει τις φωλιές του σε απομονωμένες και δύσκολα προσβάσιμες περιοχές, όπως βραχώδεις περιοχές ή ψηλά δέντρα, συχνά σε περιοχές που δεν είναι εύκολα προσβάσιμες από ανθρώπους.
Έχει εκπληκτική όραση, που του επιτρέπει να εντοπίζει θηράματα από ύψος πάνω από 1.5 χιλιόμετρα, με ικανότητα εντοπισμού μικρών ζώων σε μεγάλες αποστάσεις.
Παρά το γεγονός ότι είναι κυρίως σαρκοφάγο, η διατροφή του μπορεί να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα θηραμάτων, όπως μικρά θηλαστικά, ερπετά και ακόμη και μεγάλα έντομα. Ορισμένοι χρυσαετοί μπορεί να κυνηγούν ακόμα και μικρότερα ζώα, όπως αλεπούδες ή ζαρκάδια, αν είναι διαθέσιμα.
Επιδεικνύουν περίπλοκες τελετές ζευγαρώματος που περιλαμβάνουν εντυπωσιακές πτήσεις και ακροβατικά για να προσελκύσουν τον σύντροφό τους και να καθορίσουν την κυριαρχία τους.
Αν και η Ελλάδα είναι κυρίως περιοχή αναπαραγωγής, ορισμένοι χρυσαετοί μπορεί να κάνουν εποχικές μετακινήσεις ή να ταξιδεύουν σε κοντινές περιοχές αναζήτησης τροφής κατά τις δύσκολες εποχές του χρόνου.
Χρησιμοποιεί στρατηγικές κυνηγιού που περιλαμβάνουν πτήσεις από ψηλά για να παρατηρήσει και να εντοπίσει θηράματα, πριν κατεβεί γρήγορα και επιθετικά για την επίθεση.
Όταν επιτίθεται σε θήραμα, ο χρυσαετός χρησιμοποιεί την ακρίβεια και την ταχύτητα του για να επιτύχει άμεσες και θανατηφόρες επιθέσεις.
Συναντάται κυρίως σε ορεινά συστήματα όπως η Πίνδος, ο Όλυμπος, τα Άγραφα και η Ροδόπη, όπου οι μεγάλες εκτάσεις με βραχώδεις περιοχές και λιβάδια προσφέρουν κατάλληλα καταφύγια και τροφή
Λύκος (Canis lupus)

Χρησιμοποιούν μια ποικιλία ήχων, όπως ουρλιαχτά, γαυγίσματα και γρύλλους, για να επικοινωνούν μεταξύ τους, να συντονίζουν τις δραστηριότητες της αγέλης και να σηματοδοτούν την περιοχή τους.
Χρησιμοποιούν στρατηγικές ομαδικού κυνηγιού, συντονίζοντας τις κινήσεις τους για να κυνηγήσουν μεγάλες αγελάδες ή να καταβάλουν θηράματα μεγαλύτερα από τους ίδιους.
Η διατροφή του λύκου μπορεί να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα τροφών, από μικρά θηλαστικά και πουλιά μέχρι ακόμη και νεκρά ζώα. Αυτό τους επιτρέπει να επιβιώνουν σε διάφορους τύπους οικοσυστημάτων.
Δημιουργούν κρυφά καταφύγια ή φωλιές σε απομονωμένες περιοχές, όπως σε σπηλιές ή βαθιές χαράδρες, που προσφέρουν προστασία και ασφάλεια για την ανατροφή των μικρών.
Έχουν ικανότητα προσαρμογής που τους επιτρέπει να επιβιώνουν σε σκληρές συνθήκες και να προσαρμόζονται σε αλλαγές του περιβάλλοντος και του κλίματος.
Συναντάται κυρίως σε ορεινές περιοχές της Πίνδου, του Ολύμπου, των Άγραφων και της Ροδόπης, όπου οι μεγάλες εκτάσεις προσφέρουν κατάλληλα καταφύγια και τροφή.
Εντοπίζεται σε δάση και δασικές περιοχές με πυκνή βλάστηση, που παρέχουν κάλυψη και προστασία, όπως το Εθνικό Πάρκο Βίκου-Αώου.
Σε ορισμένες περιοχές, μπορεί να συναντηθεί κοντά σε υγροτόπια και ποτάμια, όπου η τροφή είναι άφθονη και το περιβάλλον είναι ευνοϊκό για την επιβίωσή του.
Μαυρόγυπας (Aegypius monachus)

Έχει ικανότητα να πετάει σε εξαιρετικά μεγάλα ύψη και να εκμεταλλεύεται τα θερμικά ρεύματα για να διανύει μεγάλες αποστάσεις με ελάχιστη προσπάθεια.
Έχει αναπτύξει μοναδικές τελετουργίες ζευγαρώματος που περιλαμβάνουν εντυπωσιακές πτήσεις και επιδείξεις για την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των συντρόφων.
Παίζει σημαντικό ρόλο στη φυσική ανακύκλωση θρεπτικών συστατικών καθώς τρέφεται κυρίως με νεκρά ζώα, συμβάλλοντας στην αποσύνθεση και την ανανέωση του οικοσυστήματος.
Έχει εκπληκτική ικανότητα εντοπισμού θηραμάτων από μεγάλες αποστάσεις.
Κατασκευάζει φωλιές σε απομονωμένες περιοχές, όπως απόκρημνα βράχια και ψηλά δέντρα, που προσφέρουν προστασία και ελάχιστη διαταραχή από ανθρώπινες δραστηριότητες.
Η περιοχή της Θράκης, ιδιαίτερα γύρω από τα βουνά της Ροδόπης και της Δαδιάς, αποτελεί σημαντικό βιότοπο για τον μαυρογύπα στην Ελλάδα. Εδώ βρίσκονται κάποιες από τις κύριες περιοχές αναπαραγωγής και διαβίωσης του είδους.
Τα βουνά της Ροδόπης είναι επίσης σημαντική περιοχή για τον μαυρογύπα, καθώς οι απομονωμένες και δύσκολες προσβάσιμες περιοχές προσφέρουν κατάλληλα καταφύγια για την αναπαραγωγή και την επιβίωση του είδους.
Αρκούδα (Ursus arctos)

Έχει ποικιλία στη διατροφή της, τρώγοντας καρπούς, έντομα, μικρά θηλαστικά, και ακόμα και ψόφια ζώα. Η διατροφή της μπορεί να αλλάξει ανάλογα με την εποχή και τη διαθεσιμότητα τροφής.
Αφήνουν χαρακτηριστικά σημάδια στα δέντρα όταν ξύνονται, τα οποία χρησιμοποιούν για σήμανση της περιοχής τους και για τη στίξη των νυχιών τους.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η αρκούδα εισέρχεται σε χειμερία νάρκη και μπορεί να κοιμάται για μήνες χωρίς να ξυπνά, μειώνοντας την αναλογία της καρδιακής της δραστηριότητας και της κατανάλωσης ενέργειας.
Οι αρκούδες συνήθως ζουν μόνες τους, αλλά οι μητέρες και τα μικρά τους δημιουργούν ισχυρούς δεσμούς. Οι μητέρες φροντίζουν τα μικρά τους για περίπου 2 χρόνια, πριν τα αφήσουν να ζήσουν ανεξάρτητα.
Οι αρκούδες έχουν εξαιρετική αίσθηση της όσφρησης, που τους επιτρέπει να εντοπίζουν τροφή από μεγάλες αποστάσεις, ακόμα και κάτω από το έδαφος.
Δημιουργούν κρυφές φωλιές ή φωλιές από κλαδιά και φύλλα σε απομονωμένα σημεία.
Η αρκούδα εντοπίζεται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, σε περιοχές όπως η Ροδόπη, και τα βουνά της Πίνδου, που προσφέρουν κατάλληλα ενδιαιτήματα.
BONUS: Λύγκας (Lynx lynx)

Είχε ευρεία κατανομή στην Ελλάδα από την Θράκη μέχρι τη νότια Πελοπόννησο, με έντονη παρουσία στις οροσειρές Πίνδου και στα βουνά της Μακεδονίας και Θράκης (Βίτσι, Βαρνούντας, Βόρας, Ροδόπη).
Η παρουσία του λύγκα μειώθηκε δραματικά μετά την εκτενή αποδάσωση της δεκαετίας του 1950. Οι εμφανίσεις του καταγράφηκαν κυρίως στη λίμνη Βιστωνίδα και στο δάσος Κότζα Ορμάν.
Τα τελευταία 40 χρόνια, η παρουσία του λύγκα έχει περιοριστεί σημαντικά, με σκόρπιες αναφορές μόνο στη Βόρεια Πίνδο και στο όρος Βόρας.
Στη Θράκη, ο λύγκας αναφέρεται ως «σαρί γκουτζούκ» (κοκκινωπός με κοντή ουρά). Οι ντόπιοι κτηνοτρόφοι ανέφεραν σπάνιες εμφανίσεις του λύγκα από τη δεκαετία του 1950.
Ο λύγκας επιτίθεται συνήθως σε ένα ζώο τη φορά, και οι κτηνοτρόφοι μπορούν να διακρίνουν τις επιθέσεις του από αυτές του λύκου. Οι περισσότερες αναφορές επιθέσεων προέρχονται από τη Βόρεια Πίνδο.
Το κυνήγι του λύγκα απαγορεύεται από το 1937 και προστατεύεται από τις Συμβάσεις της Βέρνης και CITES.
Η αύξηση της δασικής κάλυψης λόγω εγκατάλειψης της παραδοσιακής κτηνοτροφίας δεν έχει επαρκώς βελτιώσει τη διαθεσιμότητα φυσικής λείας, που παραμένει περιορισμένη στις περιοχές που θα μπορούσαν να αποτελέσουν βιότοπο του λύγκα.
Comments